Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2012

Συνταγές αμυντικές

Ξέστρωτες  σκέψεις
Σεντόνια
Σφυρίγματα από τέντες
Αϋπνίες 
Δάκρυα πονοκεφάλου 
Πρωί- Βράδυ
Μετά το φαγητό
                              σ.χ 

Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2012

Ονειρεύομαι μια κοινωνία στο mute



Να γράψεις μια ιστορία. Κοίτα να γράψεις μια καλή ιστορία. Με αρχή, μέση και τέλος. Να γράψεις γι αυτούς που πήρανε πίσω αυτό που τους άξιζε αλλά και γι αυτούς που αν και δεν τους άξιζε το πήραν. Καλό- κακό, τι σημασία έχει; Πήραν αυτό που δεν τους άξιζε.


Τι ωραία που το έγραφε, "η μεταμέλεια φοράει ξυλοπάπουτσα" ακόμα το θυμάμαι. 

Η ΜΕΤΕΜΕΛΕΙΑ ΦΟΡΑΕΙ ΞΥΛΟΠΑΠΟΥΤΣΑ 

Με φόρτωσε τόσες ανασφάλειες κάποτε, που να φανταζότανε ότι θα το πλήρωνε εκείνος πιο ακριβά κι από εμένα. Πήρε αυτό που του άξιζε. Να γράψεις, μα που όρεξη για γράψιμο τέτοιες μέρες. Ξυπνώ και περπατάω, πρέπει να γράφεις για τους πολλούς, οι παπαριές σου πρέπει να αφορούν κι άλλους. Όσο περισσότερος χρόνος περνάει , τόσο πιο πολύ αγαπώ και εκτιμώ τους ανθρώπους που σιωπούν και πιάνουν τη γωνιά τους. Ναι έναν μουγκό θα ψήφιζα, ενάν μουγκό με χαμηλωμένο βλέμμα, κάποιον που θα καθότανε σε μια γωνιά και απλά θα έκανε τη δουλειά του. Θα άκουγε τους άλλους να μιλούν και να ξερνούν την ανυπέρβλητη βλακεία τους κάθε λίγο και λιγάκι, μα δεν θα μιλούσε, δεν θα μπορούσε να μιλήσει πια, δεν θα είχε νόημα πια, θα ήταν εκεί στη γωνιά του και θα' κανε τη δουλειά του. 

Ονειρεύομαι μια κοινωνιά στο mute. Να μιλούν όλοι αυτοί οι άθλιοι αλλά κανείς να μην μπορεί να τους ακούσει, να μείνουν εκεί και να μιλούν στους εαυτού τους κι αυτό να φτάνει. Να φτιάχναμε ένα ίδρυμα και να τους βάζαμε μέσα, να τους δίναμε να διαχειρίζονται και λεφτά από τη Monopoly, μπάχαλο θα τα κάνανε  και πάλι. Ποια ανηφόρα να ανέβεις και σε ποια κατρακύλα να ελπίζεις, ποια άνοιξη;  Το σήμερα, ραντισμένο χωράφι... 

Παρασκευή, Μαρτίου 23, 2012

Δουλειά


Το μπλε


Το μπλε
Ήταν το χρώμα
Του ύπνου μου
Πέρασε η ώρα
Ξεχάστηκα διορθώνοντας
Κρατούσα κόκκινο στυλό
Να σημειώνω λάθη
Κόκκινες πινελιές
Στα ποιήματα
Ήθελα να σηκωθώ
Να στο ζωγραφίσω
Να το δεις
Μα ήμουν κουρασμένη
θαλασσί ανοιχτό -
Κοιμήθηκα ανάσκελα
Γαλάζιο του ουρανού -
Δεν πρόλαβα να στο δείξω
Βραδιάζοντας έγινε μαύρο

σ.χ


Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2012

χρειάζεται σοβαρότης

Tο ξέρω που για να επιτύχει κανείς στην ζωή, και για να εμπνέει σεβασμό χρειάζεται σοβαρότης. Kαι όμως με είναι δύσκολο να είμαι σοβαρός, και δεν εκτιμώ την σοβαρότητα. Aς εξηγηθώ καλλίτερα. Mε αρέσει στα σοβαρά μόνον η σοβαρότης· δηλ. 1/2 ώρα, ή μια ώρα, ή δυο ή 3 ώρες σοβαρότητα την ημέρα. Συχνά βέβαια και σχεδόν ολόκληρη μέρα σοβαρότητα. Άλλως, με αρέσουν τα χωρατά, η αστειότης, η ειρωνεία η με ευφυή λόγια, το χαμπαγκάρισμα (humbugging).

Aλλά δεν κάμνει.Δυσκολεύει τες δουλειές.

Διότι ως επί το πλείστον έχεις να κάμνεις με ζευζέκηδες και αμαθείς. Aυτοί δε είναι πάντοτε σοβαροί. Mούτρα, σέρια ζωωδώς· πού να αστειευθούν· αφού δεν καταλαμβάνουν. Tα σέρ[ι]α τους μούτρα είναι αντικατοπτρισμός. Όλα τα πράγματα είναι προβλήματα και δυσκολίες για την αγραμματοσύνη τους και για την κουταμάρα τους, γιαυτό σαν βώδια και σαν πρόβατα (τα ζώα έχουν σοβαρότατες φυσιογνωμίες) είναι περιχεμένη επάνω στα χαρακτηριστικά τους η σοβαρότης. O αστείος άνθρωπος γενικώς περιφρονείται, τουλάχιστον δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν σημαντικά, δεν εμπνέει πολλήν πεποίθησιν.

Γι’ αυτό κ’ εγώ καταγίνομαι στους πολλούς να παρουσιάζω σοβαρήν όψι. Hύρα πως μεγάλως με διευκολύνει τες υποθέσεις μου.Eσωτερικώς γελώ και αστειεύομαι πολύ.

Κ.Π Καβάφης

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΣΙΡΚΟ


Πέμπτη, Μαρτίου 15, 2012

Μultilitera

δΕΊΤΕ εΔΏ 
by sophie_jamaica


υ.σ το παραπάνω blog, το δημιούργησα για να συγκεντρωθούν όλες οι εργασίες που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του μαθήματος "δικτυακές και πολυμεσικές εφαρμογές της λογοτεχνίας στην εκπαίδευση" στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών Δημιουργικής γραφής του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τετάρτη, Μαρτίου 07, 2012

Τα τρόπαια


Τροπαιούχος σημαδιών. Εσωτερικών ή εξωτερικών; Εσωτερικών. Αδιάψευστος μάρτυρας το εικοσιεξάχρονο κορμί μου, δυο σημάδια όλα κι όλα κι αυτά μου τα προκάλεσε άλλος. Ήμουνα ήσυχο παιδάκι, δεν έκανα ποτέ ταρζανιές, έτσι έλεγε η μαμά. Ο αδερφός μου είχε άλλη άποψη. Εκείνος ήταν εξάλλου ο υπαίτιος και των δυο.


Το πρώτο σημάδι το απέκτησα το 1993 , όταν ήμουνα οχτώ χρονών και ο αδερφός μου έντεκα. Είχε γυρίσει από μια μονοήμερη σχολική εκδρομή, κουβαλώντας ένα σουγιά, όταν με φώναξε να πάω στο δωμάτιο του.


Πήρα ένα σουγιά και θέλω να δω αν κόβει, μου είπε. Τότε εγώ χαμογέλασα και του άπλωσα το δεξί μου χέρι. Έβγαλε το σουγιά κι άρχισε να μου κόβει τον καρπό! Αυτό ήταν ,μετά την διαπεραστική τσιρίδα μου ήρθαν τα κλάματα όταν αντίκρισα το αίμα στο χέρι μου ενώ εκείνος χαμογελούσε με ευχαρίστηση!


Το άλλο έγινε πολύ αργότερα, ένα καλοκαιριάτικο μεσημέρι στην κρεβατοκάμαρα των γονιών μας στο χωριό. Ήμασταν ξαπλωμένοι και οι δυο, εκείνος έλυνε σταυρόλεξο κι εγώ τον πείραζα εκλιπαρώντας για λίγη προσοχή , όταν γύρισε νευριασμένος, και με όλη του τη δύναμη έμπηξε το bic στυλό του στο αριστερό μου μπούτι, σέρνοντας τη μύτη του για λίγο μες στη σάρκα μου…


Τώρα εκείνος έχει χαθεί , όμως νιώθω πολύ περήφανη που φέρνω τα σημάδια του και ώρες- ώρες, όταν μου λείπει τα χαϊδεύω και είναι σαν να αγγίζω εκείνον που δεν χάιδεψα ποτέ…

Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2012

Η Ελλάδα που μεγάλωσα


Δεν ξέρω αν πάντα ήταν έτσι οι Έλληνες, εγώ θα σας μιλήσω για τους Έλληνες που έζησα εγώ. Από το σχολείο ακόμα τα μικρά παιδάκια κουβαλούσαν μέσα στην τάξη το σπίτι τους, την κοινωνία που μεγάλωναν. Χτυπούσαν, κορόιδευαν, κατέστρεφαν πράγματα, αντιμιλούσαν. Κοιτούσε το ένα παιδάκι το άλλο για να δει ποιο φοράει καλύτερα ρούχα. Κρίνανε τους ανθρώπους γύρω τους σύμφωνα με το τι μάρκα τσάντας είχανε. Οι γονείς τους, τους έμαθαν ότι έχουν μόνο δικαιώματα και καμία υποχρέωση. Aν η δασκάλα έλεγε στο γονιό ότι το παιδί του ήταν ατίθασο ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο, αυτοί λέγανε ότι εκείνη απλά δεν ξέρει να κάνει καλά τη δουλειά της και ότι το παιδί τους ήταν μια χαρά.

Μετά γέμισαν τα ιδιωτικά και τα κολέγια. H μεγαλομανία δεν είχε όρια, θα παίρνανε δάνεια, θα κάνανε τα πάντα αρκεί το ντουβάρι τους να περνούσε τις τάξεις. Ακόμα και στο δημοτικό τα παιδιά ήταν φανατισμένα, εκτός από το Παναθηναικός -Ολυμπιακός υπήρχε και το ΠΑΣΟΚ-ΝΔ  αυτά ήταν τα ιδανικά μας, άντε και το Μπράβο Ρούλα. Ακόμα θυμάμαι τότε που ήμουνα δευτέρα δημοτικού και την επόμενη των εκλογών τα παιδιά  ΠΑΣΟΚ ανέβαιναν πάνω στα θρανία και  πανηγύριζαν ενώ τα παιδιά ΝΔ καθόντουσαν με κατήφεια στα θρανία τους. Τρομερό... Παντού υπήρχε η αίσθηση ότι για να είσαι έξυπνος και μάγκας, έπρεπε να είχες έναν μπάρμπα βουλευτή, να είχες βάλει όλο σου το σόι στο δημόσιο ενώ είχανε βγάλει το δημοτικό μόνο, να τα άρπαζες από παντού και να μην σεβόσουν κανέναν και τίποτα.Μαγκιά, κλανιά και ο βουλευτής να'ναι καλά.

Στο γυμνάσιο γινόντουσαν καταλήψεις, καίγανε τα σχολεία, τους υπολογιστές, τα θρανία, τα πάντα για ένα σπαστό καλαμάκι αν και το πρόβλημα ήταν άλλου. Στο αστικό, κανένα τσογλάνι δεν θα παραχωρούσε τη θέση του, σε ηλικιωμένο, εγκυμονούσα ή ανήμπορο κι αν κανένας γεράκος τολμούσε να του κάνει και παρατήρηση κινδύνευε από το να ακούσει ένα απλό μπινελίκι μέχρι και να φάει μπουκέτο. (όσο για εισιτήριο...)

Στη μόδα ήταν τα δάνεια, το χρηματιστήριο, οι γκόμενες και τα μπουζούκια. Σε μια νύχτα γίνανε όλοι πλούσιοι, βγάλανε εύκολα λεφτά και δύσκολα γούστα. Ο μπαμπάς σου έπρεπε να έχει τουλάχιστον δυο γκομενίτσες αλλιώς ήταν μπας κλας. Τα διαζύγια πηγαίνανε αβέρτα και προσπαθούσανε να βρουν ισορροπία με παιδοψυχολόγους. Δίνανε φακελάκια στα νοσοκομεία που και καλά ήταν δημόσια και οι ίδιοι γιατροί που τα παίρνανε,παίρνανε άλλα τόσα "δωράκια" από τους ιατρικούς επισκέπτες για να πλασάρουν τα φάρμακα τους.

Πήγαινες σε έναν οδοντίατρο να σου φτιάξει μια κουφάλα και αν είχες "καλό" ταμείο εκείνος έγραφε ότι σου είχε φτιάξει όλα τα δόντια. Μέσα σε αυτή την κοινωνία μεγάλωσα, άπειρες φορές αντίκρισα γύρω μου μίσος, ζήλια και φθόνο, όπως είχε πει και ο Χριστόδουλος, δεν μας ένοιαζε αν θα είχαμε δικιά μας κατσίκα αρκεί να ψοφούσε του γείτονα, οποιοσδήποτε πετύχαινε κάτι με την αξία του, απαξιωνότανε ή απλά τον λέγανε μαλάκα και χαζό που τα κατάφερε μόνος του και δεν έφαγε κι αυτός από το δημόσιο. Στην Ελλάδα που μεγάλωσα εγώ αν ήσουνα από χοντρό παιδάκι, καλός μαθητής, παιδί μεταναστών ή ανάπηρος, σε κάνανε οι γύρω σου να νιώθεις τόσο άσχημα, που το καλύτερο που είχες να κάνεις θα ήτανε να κλειστείς στο μπουντρούμι που σου είχανε φτιάξει.

Θράσος, τσαμπουκάδες, ψευτομαγκιά. Ακόμα και στη δήθεν τέχνη, αν δεν έπαιρνες τίποτα επιχορηγήσεις δεν γινότανε τίποτα. Στο ποδόσφαιρο και εκεί αξιοκρατία όπως και παντού άλλωστε στην Ελλάδα. Στο Λύκειο τα ίδια, φροντιστήρια, λεφτά, λεφτά, λεφτά, πεταμένα λεφτά, ιδιαίτερα, ανύπαρκτο σχολείο. Το πιο τραγικό ήταν ότι στην πολυκατοικία μας, ο ίδιος μαθηματικός που είχανε τα παιδιά στο σχολείο ερχότανε και τους έκανε ιδιαίτερα στο σπίτι!

Όσο μετά, για τις σπουδές, τα κόμματα μέσα στα πανεπιστήμια, την οργάνωση και την μόρφωση,τι να πω; Αν κατάφερνες να περάσεις κάπου, ο μπαμπάς σου θα σου έκανε σούπερ αυτοκινητάκι δώρο, αν πάλι δεν κατάφερνες και τα είχε θα σε έκανε με το ζόρι αυτό που ήθελε στέλνοντας το βλαστάρι του στο εξωτερικό. Τα παιδιά τώρα μπορεί να μην σε έκριναν με το τι μάρκα σάκας έχεις αλλά υπήρχαν άλλα τόσα για να σε  εκτιμήσουν, αυτοκίνητο, μάρκα υπολογιστή, κινητού κλπ.

Η τηλεόραση όπως πάντα είχε ριάλιτι, Μενεγάκη και Τριανταφυλλόπουλο. Μετά αναρωτιέστε γιατί φτάσαμε εδώ. Αν υπάρχει θεία δίκη έπρεπε να μας είχε πάρει όλους και να μας είχε σηκώσει, όπως σηκωνόντουσαν τα αυθαίρετα, όπως καίγαμε τα δάση, όπως βασανίζαμε τα αδέσποτα. Μη μου λέτε λοιπόν, πως δεν φταίμε, να ένα άλλο χαρακτηριστικό του νεοέλληνα , κάποιος άλλος έχει την ευθύνη και όχι εγώ , εγώ τα έκανα όλα τέλεια.

Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις, φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που δεν έκαναν τίποτα από όλα αυτά αλλά πρώτον είναι ελάχιστοι και δεύτερον κάποιοι παρασύρθηκαν, όπως ακριβώς οι νέοι δημόσιοι υπάλληλοι και να είχανε όρεξη για δουλειά μπαίνανε μέσα και αλλοτριωνόντουσαν κι αυτοί. Η σιωπή είναι συνενοχή. Σχεδόν όλα τα παιδιά της γενιάς μου, μείναμε με τον πούλο στο χέρι, τώρα δεν ξέρω αν θα ανέβουν πάνω σε κάποιο θρανίο για να πανηγυρίσουν, δεν ξέρω αν κολλήσουν αφίσες ή πάνε σε πάρτυ της παράταξης  τους. Τώρα το πάρτυ τελείωσε και πρώτοι και καλύτεροι πληρώνουμε εμείς τα σπασμένα. Μερικές φορές σκέφτομαι και πως λίγα μας κάνουνε, εκείνο που τρέμω περισσότερο δεν είναι ότι μάλλον δεν θα με αφήσουν να προχωρήσω τη ζωή μου, εκείνο που φοβάμαι είναι ότι δεν θα απαλλαγούμε ποτέ από αυτή τη νοοτροπία που μας έφερε εδώ.


Scottish lifestyle

Calton Hill
Εδώ έχει έναν άσπρο ουρανό, σπάνια βλέπεις το μπλε και οι άνθρωποι τρέχουν από πίσω σου να σου δώσουν αυτό που από απροσεξία σου έπεσε ή ξέχασες. Ευγενικοί, μάλλον έτσι έμαθαν να είναι. Τόσο ευγενικοί που μερικές φορές μπορώ και να τους παρεξηγήσω συνηθισμένη από την γαιδουροσύνη που άφησα πίσω μου.

Κάθε μέρα ανεβαίνω στον πάνω όροφο του λεωφορείου και μετράω, είναι άπειροι. Παντού άντρες με καροτσάκια  και με τα άλλα δυο παιδιά τους από δίπλα. Στατιστικά αυτή η εικόνα είναι πολύ πιο συχνή, σπάνια βλέπεις γυναίκες να σπρώχνουν τα παιδικά καροτσάκια , να και μια εικόνα που δεν συναντάς στην Ελλάδα. Υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που είναι πάνω στα καροτσάκια και είναι κι αυτοί επίσης πολλοί, που σου δημιουργείται η εντύπωση πως οι μισοί Σκοτσέζοι είναι ανάπηροι, χμμμ μάλλον απλά εδώ ζούνε τη ζωή τους ενώ στο Ellada αναγκάζονται να περιορίζονται στα σπίτια τους. Α ξέχασα και όλοι λένε thank you στο οδηγό μόλις κατέβουν από το αστικό, πίσω στην μαμά πατρίδα αυτό απλά δεν υπάρχει! Όσο για τα κιλτ, δεν μου προκάλεσαν καμία εντύπωση. Εδώ οι περισσότεροι ντύνονται τόσο αλλοπρόσαλλα που το κιλτ μου μοιάζει με απλό casual τζινάκι. 

Γιατί οι Έλληνες είναι παντού; Μπορεί να τους μαζέψει κάποιος; Όσο για τη Σκωτία και τα Αγγλικά, νομίζω ότι υπάρχει ένας μύθος, ότι και καλά έχουν μια περίεργη προφορά που δεν καταλαβαίνεις Χριστό. Εγώ με χαρά δηλώνω ότι δεν αντιμετωπίζω κανένα απολύτως πρόβλημα σε αντίθεση με το Λονδίνο που είχα επισκεφθεί πριν κάποια χρόνια και μπορούσα να συνεννοηθώ μόνο με  Ινδούς και με τη βοήθεια διαλογισμού. .

Ας πιω τον grande cappuccino μου, έχω πολλά να παρατηρήσω ακόμα. Δεν έχω τίποτα με την Ελλάδα, η σχέση μου μαζί της είναι μεγάλη και μαζοχιστική(μέσα της βλέπω να σαπίζω) στην ιδέα και μόνο ότι θα ξαναγυρίσω με πιάνει μια τρελή χαρά που δυσκολεύομαι να την εξηγήσω(μάλλον θα φταίει που θα φάω φαγητό που τρώγεται!). Δεν είμαστε καλοί άνθρωποι, δε μας μάθανε να είμαστε καλοί άνθρωποι. Καχυποψία, μιζέρια, κλεψιά. Μας μένει όμως πάντα ο μπλε ουρανός και ο φόβος ότι όταν κατέβω στην Αθήνα και πάρω το μετρό πρέπει να ζωστώ με τα προσωπικά μου αντικείμενα - εκεί δεν επιστρέφουν τίποτα πίσω στο αρπάζουν μέσα από τα χέρια....



Υ.Σ  respect στον ραστά με το κιλτ 

Υ.Σ Δεν είδα πουθενά αδέσποτα. Τυχαίο;